Ο Γέρων Ιωσήφ χρησιμοποιούσε κάθε νύκτα τον χρόνο της προσευχής του, ανάλογα με την κατάσταση της ψυχής του. Προσηύχετο προφορικά με απλά λόγια και, όταν δεν εύρισκε τον ανάλογο καρπό, έκλεινε το νου στην καρδία. Όταν η θεία χάρις λειτουργούσε δυνατά μέσα στη ψυχή του, τότε ο νους του φλεγόμενος από την θεία αγάπη αρπαζόταν σε θεωρία. Όταν όμως γινόταν μετεωρισμός, χρησιμοποιούσε τον εγκλεισμό του νου. Σημειώνει χαρακτηριστικά «και, ει μεν ενεργήση η χάρις, ευθύς ανοίγεται θύρα και φθάνει εις την πύλην του ουρανού, και ως στύλος η φλόγα πυρός αναβαίνει η προσευχή, και αυτήν την στιγμήν γίνεται η αλλοίωσις. Ει δε και δεν συμβάλλη η χάρις, αλλά γίνεται σκορπισμός του νοός, τότε τον κλείει εις την καρδίαν κυκλοφερώς, και ως εν φωλεά ησυχάζει και δεν μετεωρίζεται —ωσάν η καρδία να επέχη τόπον κλεισούρας και φυλακής του νοός».
Ήταν ακόμη δόκιμος μοναχός όταν έλαβε από την Παναγία το χάρισμα της νοεράς προσευχής. Τα δαιμόνια επετίθεντο επάνω του με μανία, αυτός δε χρησιμοποιούσε ως ασπίδα και ισχυρό δόρυ το κραταιό Όνομα του Ιησού Χριστού και τους έδιωχνε . Ἐκλειε το νου του, έρριπτε προς αυτούς τα φλογερά της ευχής βέλη και κατέκαιε τα στίφη των δαιμόνων. Γράφει διά τον εαυτόν του: «Εγώ είδα εκείνον τον αδελφόν, όπου, όταν ήταν νέος, 28-30 ετών, έξι ώρας κατέβαζε τον νουν του εις την καρδίαν και δεν τον εσυγχώρει να βγή έξω, από τας εννέα το απόγευμα έως τρεις την νύκτα -είχε ωρολόγι, όπου εκτυπούσε τις ώρες- και εγένετο μούσκεμα στον ιδρώτα».
Ποιός να μην θαυμάσει την ανδρεία αυτού του ασκητού, που με τη βοήθεια της Παναγίας και του Κυρίου πολεμούσε εναντίον των δαιμόνων;
Ποιός να μην επαινέσει αυτή την υπομονή και επιμονή που επεδείκνυε στη προσευχή;
Ποιός πάλι δεν θα ωφεληθεί πνευματικά, όταν παρακολουθεί αυτήν την ασκητική διαγωγή;
Η πείρα και τα παλαίσματα των ασκητών είναι κληρονομιά όλης της Εκκλησίας. Η οσμή των ασκητικών αγώνων είναι μια θαυμάσια ευωδία που θεραπεύει τις ψυχές μας και φωτίζει το νου μας, για να αποδιώκει το σκότος των παθών και να πορεύεται μετά βεβαιότητος στην ευθείαν οδόν των εντολών του Θεού.
Ποιός μπορεί να παραμείνει ασυγκίνητος, όταν ακούει αυτό το ασκητικό πολεμικό διάγγελμα: «Έκτοτε ήρχισαν οι άγριοι πόλεμοι, όπου δεν με άφηναν ημέραν και νύκτα. Άγριοι πόλεμοι! Μήτε ώραν να ησυχάσω. Επίσης και εγώ είχον μανίαν εις αυτούς. Εξ ώρας καθήμενος εις την προσευχήν δεν εσυγχώρουν να βγη από την καρδίαν. Από το σώμα μου ο ίδρωτας έτρεχεν ωσάν βρύσι. Ξύλον αλύπητα. Πόνος και δάκρυα. Νηστεία άκρα και ολονύκτιος αγρυπνία».
Θέλετε να παρακολουθήσετε και την πολεμική συμπλοκή μετά των δαιμόνων; Ας ακούσουμε την καταπληκτική αυτή σύγκρουση όπως την διηγείται ο ίδιος: «Λοιπόν μίαν νύκτα, καθώς ηυχόμην, ήλθον πάλιν εις θεωρίαν και ηρπάγη ο νους μου εις ένα κάμπον και ήσαν κατά τάξιν -κατά σειράν- μοναχοί συνταγμένοι προς μάχην. Και ένας στρατηγός ήλθε πλησίον μου και μου λέγει: Θέλεις να εισέλθης να πολεμήσης εις την πρώτην γραμμήν; Και εγώ τόυ απάντησα ότι σφόδρα επιθυμώ να μονομαχήσω με τους αντίκρυ αιθίοπας, όπου ήσαν κατέναντι ωρμόμενοι και πυρ πνέοντες ωσάν άγριοι σκύλοι, όπου μόνον η θεωρία τους σου επροξένει τον φόβον. Αλλ’ εις εμένα δεν ήταν φόβος διότι είχον τόσην μανίαν, όπου με τα δόντια μου να τους σχίσω.
Είναι δε αληθές ότι και ως κοσμικός ήμουν τοιαύτης ανδρείας ψυχής. Τότε λοιπόν με χωρίζει ο στρατηγός από τας γραμμάς, όπου ήταν η πληθύς των πατέρων. Και αφού διήλθομεν τρεις ή τέσαρας γραμμάς συνταγματικώς με έφερεν εις την πρώτην γραμμήν, όπου ήσαν ένας ή δύο ακόμη κατά πρόσωπον των αγρίων δαιμόνων. Αυτοί ήσαν έτοιμοι να ορμήσουν και εγώ έπνεον πυρ και μανίαν κατεναντίον τους. Και με άφησε εκεί αφού είπε: Όποιος επιθυμεί να πολεμήση ανδρείως με αυτούς, εγώ δεν τον εμποδίζω, αλλά βοηθώ.
Αυτός είναι ο Γέρων Ιωσήφ ο γενναίος στρατιώτης του Χριστού, ο οποίος με την βοήθεια του Χριστού πολεμεί στην πρώτη γραμμή και αποδιώκει τας φάλαγγας των δαιμόνων. Αυτός, όπως βεβαιώνει ο ίδιος, εισήλθε σε όλα τα καταφύγια του διαβόλου και τον κατατρόπωσε : «Καγώ δε επ’ αληθείας σας λέγω ότι εισήλθον εις όλα τα καταφύγια του εχθρού και σκληρώς μονομαχήσας εξήλθον διά της χάριτος»
Όταν ο Γέροντας ευρισκόταν εις τον Μ. Βασίλειον, δοκίμασε ένα είδος απολύτου εγκλεισμού και τον υπηρετούσε ο π. Αρσένιος. Κάποτε, σε μια εορτή, ο π. Αρσένιος πήγε σε μια γειτονική καλύβη διά να λειτουργηθεί και να κοινωνήσει. Ο Γέροντας Ιωσήφ ησύχαζε μόνος του στο κελλί του. «Όλο το βράδυ εκείνο, μας έλεγε, είχα έμμονο λογισμό ότι ενώ οι άλλοι πατέρες θα κοινωνήσουν εγώ δεν είμαι άξιος αυτής της Χάριτος για τις αμαρτίες μου.
Σε κάποια στιγμή, εκεί που καθόμουν και κρατούσα όσο μπορούσα την ευχή, σταμάτησα και συγκέντρωσα τις σκέψεις μου. Δούλευε μέσα μου ο ίδιος λογισμός και ένοιωθα έντονη επιθυμία για τον Άρτον της Ζωής. Άρχισα σαν μοιρολόι, με παράπονο την ευχούλα, που μάλλον αυτομεμψία ήταν, όταν αισθάνθηκα μια παρουσία.
Άνοιξα τα μάτια μου, γιατί μολονότι πάντοτε έμενα στα σκοτεινά, συνήθιζα να έχω και τα μάτια μου κλειστά. Βλέπω λοιπόν μπροστά μου έναν ολόφωτο Άγγελο, όπως τους περιγράφει η Εκκλησία μας, που γέμισε τον τόπο φως, φως του άλλου κόσμου. Κρατούσε στο χέρι του ένα κομψότατο και φωτεινό σκεύος, που το χωρούσε η παλάμη του. Το άνοιξε με προσοχή, με πλησίασε όσο έπρεπε και με πολλή ευλάβεια και προσοχή μου έδωσε στο στόμα μου μερίδα του Δεσποτικού Σώματος.
Μετά, με κοίταξε με ένα σεμνό μειδίαμα, έκλεισε το σκεύος και έφυγε από την στέγη προς το μέρος που ήταν και πριν. Όλη την ημέρα εκείνη ο νους μου ήταν αιχμαλωτισμένος σε αυτή την θεωρία, η καρδιά μου γέμισε από αγάπη στον Χριστόν μας και δεν θυμόμουν τίποτε άλλο επίγειο».
Ποιά ήταν η πηγή από την οποίαν αντλούσε την χάριν και την δύναμιν, για να πολεμά τόσο γενναία με τα φοβερά δαιμόνια;
Ήταν ο αυστηρός εγκλεισμός του νου, διά του όποιου απομάκρυνε κάθε λογισμό εμπαθή. Απέκτησε από αυτό το άθλημα την οσιότητα και καθαρότητα της ψυχής, η οποία του έδιδε αυτό το θάρρος και τη δύναμη να μάχεται με τα δαιμόνια.
Αυτός ο απόλυτος εγκλεισμός του χάρισε ακόμη και πολλή αγάπη προς τον Χριστόν και την Παναγία μας και τον αξίωσε να τον κοινωνήσει ο Άγγελος του Δεσποτικού Σώματος του Χριστού.
Συμπεράσματα
- Για να μη μετεωρίζεται ο νους χρειάζεται να εγκλείεται μέσα στη ψυχή και να παραμένει εκεί με νίψη και προσευχή. Το Όνομα του Ιησού Χριστού, επαναλαμβανόμενο νοερά, δίδει τη δυνατότητα και την πνευματική άνεση στο νου, να παραμένει στη ψυχή και να μην αποπηδά να εξέλθει εξ αυτής.
- Χρειάζεται εκτός από την νίψη και την προσευχή και η Χάρις του Αγίου Πνεύματος που θα σκεπάζει τον νου. Ευρισκόμενος ο νους υπό την φωτεινή νεφέλη της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος, δεν μετεωρίζεται. Γίνεται επομένως συνεργασία της Θείας Χάριτος και της θελήσεως του ανθρώπου.
- Η χαρά, η ειρήνη και η αγάπη που αποκτά η ψυχή από την ενέργεια της ευχής ή μάλλον να πούμε καλύτερα, από τη Ζωοποιό χάριν του Αγίου Πνεύματος, κάνει τον νου να μη θέλει να αποσπασθεί από την ωραιότατη αυτή φυσική ένωση της ψυχής και του νου.
- Ο εγκλεισμός και κάθε είδος προσευχής είναι μέσα για να φθάσει και να ενωθεί η ψυχή με τον Θεό Πατέρα της. Όταν η ψυχή ζει εν Θεώ, δεν έχει καμία ανάγκη, δεν αισθάνεται καμία έλλειψη. Θέλει να παραμένει συνέχεια με τον Θεό Πατέρα και δημιουργό της. Αυτό είναι και η πραγματική θεολογία.
(«Πνευματικαί εμπειρίαι Γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστού», Ι.Μ.Καρακάλλου, Άγ. Όρος)